Pages

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 12, 2016

Η ΠΟΤΟΠΟΙΪΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ Χ. ΘΩΜΟΠΟΥΛΟΥ

Ο Πέτρος Χ. Θωμόπουλος, με καταγωγή από την Καλαμάτα, μετοίκησε στον ραγδαία αναπτυσσόμενο Πειραιά των αρχών του 20ου αιώνα φέροντας μαζί του ως κληρονομιά την τεχνογνωσία απόσταξης ούζου την οποία είχε αποκομίσει στη γενέτειρά του από τον πατέρα του. Κατά το έτος 1905 λοιπόν, ο Πέτρος Χ. Θωμόπουλος μαζί με τον συνεργάτη του Ραπτάκη ίδρυσαν στον Πειραιά το Αριστοτεχνικόν Εργοστάσιον Ποτοποιΐας "Η Φήμη", με έδρα στην εμπορική και βιομηχανική οδό Μακράς Στοάς 39 (η σημερινή οδός Δημητρίου Γούναρη).

 

Όπως μπορεί κάποιος να παρατηρήσει στο παρακάτω επιστολόχαρτο της ποτοποιίας "Η Φήμη", ο Θωμόπουλος και ο Ραπτάκης παρήγαγαν κονιάκ (αγνόν εκ σταφύλης), ρούμιον, ζαμαϊκα, οινόπνευμα 96 βαθμών, μαστίχα Γαλλίας, μαστίχα Χίου, Ρακή Καλαμών, Ούζον Φίνον, Τσίπουρον καθώς και άλλα εγχώρια και ευρωπαϊκά ηδύποτα.


Μετά τον πρόωρο θάνατο του Ραπτάκη, ο Πέτρος Χ. Θωμόπουλος ανέλαβε εξολοκλήρου τις τύχες της μικρής ποτοποιίας η οποία μέσα στην πρώτη δεκαετία ύπαρξης είχε προλάβει να διακριθεί ως προς το "ούζο διπλής απόσταξης", έχοντας ήδη αναπτύξει μια πρώιμη εξαγωγική δραστηριότητα και αποσπώντας διακρίσεις και βραβεία σε σημαντικούς διεθνείς διαγωνισμούς (Βρυξέλλες 1908, Ρώμη 1911, Αίγυπτος 1912). Ο δε Πέτρος Χ. Θωμόπουλος, από πολύ νωρίς όπως φανερώνει και το παρακάτω απόκομμα από τον Τύπο του έτους 1909, ασχολήθηκε με τα κοινά του κλάδου του συμμετέχοντας στον Σύλλογο Ποτοποιών Πειραιώς Αθηνών: 


Τα διάφορα σημαντικά ιστορικά γεγονότα της εποχής (Βαλκανικοί Πόλεμοι, Α' Παγκόσμιος Πόλεμος) δεν ανέκοψαν την πορεία προόδου της ποτοποιίας του Πέτρου Χ. Θωμόπουλο. Δυο χρόνια προ της Μικρασιατικής Καταστροφής, το 1920, ο Πέτρος Θωμόπουλος απέκτησε τον μοναδικό του υιό, τον Χρήστο Π. Θωμόπουλο ο οποίος έμελλε να αποτελέσει τον διάδοχό του στην οικογενειακή επιχείρηση.  

Καταχώρηση από τον Τύπο του 1925

Πέντε χρόνια αργότερα (1925), ο Πέτρος Χ. Θωμόπουλος κατασκεύασε με τη βοήθεια της Εθνικής Τραπέζης το δικό του ιδιόκτητο εργοστάσιο στην οδό Χρυσοστόμου Σμύρνης στα Καμίνια του Πειραιά. 


Στα δυο κάτωθι εικονιζόμενα επιστολόχαρτα της εποχής του Μεσοπολέμου, μπορεί κάποιος να παρατηρήσει την επωνυμία της επιχείρησης του Θωμόπουλου (αναγράφεται ως "Μέγα Εργοστάσιον Ποτοποιΐας Πέτρου Χ. Θωμόπουλου" και ως "Ελληνική Ποτοποιΐα Πέτρου Χ. Θωμόπουλου") με έδρα στην οδό (Χρυσοστόμου) Σμύρνης 26 και αργότερα (Χρυσοστόμου) Σμύρνης 40, η οποία αναφερόταν ως "το πρώτο ειδικό εργοστάσιο κατασκευής ούζου διπλής αποστάξεως στην Ανατολή", ενώ σε περίοπτη θέση εμφανίζονταν τα βραβεία και οι διακρίσεις με τα οποία είχαν τιμηθεί τα προϊόντα της ποτοποιΐας σε διάφορες εκθέσεις (χρυσό μετάλλιο στην Έκθεση του Μιλάνου το 1926, χρυσό μετάλλιο στην Έκθεση του Αγίου Φραγκίσκου το 1915, χρυσό μετάλλιο στην Έκθεση της Ρώμης το 1911, χρυσό μετάλλιο στην Έκθεση της Αιγύπτου το 1912, χρυσό μετάλλιο στην Έκθεση των Βρυξελλών το 1908)



Προπολεμικά, ο Πέτρος Θωμόπουλος επιχείρησε να διευρύνει τις επαγγελματικές του δραστηριότητες και σε άλλους τομείς (εργοστάσιο καραμελοποιΐας το οποίο καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1928, Τράπεζα Κασταλία σε σύμπραξη με άλλους ποτοποιιούς της εποχής εκείνης - Μεταξά, Τσιότρα, αδελφούς Μπαρμπαρέσου κ.α. - η οποία χρεοκόπησε) δίχως όμως επιτυχία με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει όλες τις "παράπλευρες" δραστηριότητες και να αφοσιωθεί στον κλάδο της ποτοποιίας

Το έτος 1925, ο Πέτρος Θωμόπουλος κατέθεσε στο Υπουργείο Εμπορίου το εμπορικό σήμα του Ούζου "Sans Rival" (στα γαλλικά σημαίνει "ασυναγώνιστο" ή "δίχως ανταγωνισμό/δίχως ανταγωνιστή") το οποίο έμελλε να γνωρίσει ευρεία απήχηση και να γίνει συνώνυμο της επιτυχίας για την εν λόγω ποτοποιία.

 

Στον Μέγα Οδηγό Πειραιώς του έτους 1929-1930, η ποτοποιία του Π. Θωμόπουλου καταγράφεται στη συμβολή των οδών Σμύρνης και Ηπείρου.


Διαφημιστική καταχώρηση του Ούζου Sans Rivale και της ποτοποιίας του Πέτρου Χ. Θωμόπουλου, από τον ημερήσιο Τύπο του έτους 1934. Από την εν λόγω καταχώρηση επίσης προκύπτει ότι η υπό εξέταση ποτοποιία διατηρούσε πρατήριο επί της οδού Λουδοβίκου 1, πλησίον του Μεγάρου του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου:


Πριν το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η ποτοποιία Π.Χ. Θωμόπουλου συνέχιζε την έντονη δραστηριότητά της εντός και εκτός Ελλάδος, τυγχάνοντας ιδιαίτερης απήχησης σε χώρες της Αφρικής όπου υπήρχε ακμάζουσα ελληνική παροικία (Αίγυπτος, Σουδάν, Ερυθραία, Σομαλία, Αιθιοπία). Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος θα στιγματίσουν την καταστροφική δεκαετία του 1940 κατά τη διάρκεια της οποίας η πορεία προόδου της ποτοποιίας του Θωμόπουλου θα ανακοπεί. 

Μετά την Απελευθέρωση, η οικογένεια Θωμόπουλου κινήθηκε στο μονοπάτι της ανάκαμψης και της αναδημιουργίας ποντάροντας στη γνωστή συνταγή της επιτυχίας του Ούζου Sans Rival ενώ παρασκεύαζαν και brandy το οποίο διοχέτευαν στις ελάχιστες κάβες και μπακάλικα που είχαν επιβιώσει.


Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, μια ευτυχής συγκυρία αλλάζει ριζικά τη μοίρα της επιχείρησης: η ποτοποιία Θωμόπουλου δέχεται μια μεγάλη παραγγελία 1.200 φιαλών ούζου από τις Ηνωμένες Πολιτείες (1951). Δυο χρόνια αργότερα, η έως τότε ατομική επιχείρηση μετατρέπεται σε Ομόρρυθμη Εταιρεία (έτος 1953) στην οποία συμμετέχει ο γιος του Πέτρου Χ. Θωμόπουλου, Χρήστος Θωμόπουλος ο οποίος είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του στον κλάδο της χημείας και αναλάμβανε πλέον τα ηνία της οικογενειακής ποτοποιίας.

 
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950, η ποτοποιία Θωμόπουλου και το Ούζο Sans Rival εδραίωσαν τη θέση τους στην ελληνική αγορά ενώ η εξαγωγική δραστηριότητα ολοένα και αυξανόταν. Ο Χρήστος Θωμόπουλος την ίδια εποχή ενεπλάκη τόσο στα κοινά του Συλλόγου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) ως μέλος του ΔΣ όσο και στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς (ΕΒΕΠ).

Ενδεικτικές διαφημιστικές καταχωρήσεις του Ούζου Sans Rival από τον ημερήσιο Τύπο της δεκαετίας του 1950:





Στις 8 Δεκεμβρίου του 1969 αποβιώνει ο Πέτρος Χ. Θωμόπουλος ιδρυτής της ομωνύμου ποτοποιίας η οποία συνέχιζε σταθερά να γιγαντώνεται. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, σε απόσταση αναπνοής από το εργοστάσιο της ποτοποιίας στα Καμίνια του Πειραιά κατασκευάστηκε ένα νέο μεγάλο κτιριακό συγκρότημα (στη συμβολή των οδών Χρυσοστόμου Σμύρνης και Νικολετόπουλου 10) ώστε να καλυφθούν οι ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις της εταιρίας η οποία το 1971 μετατράπηκε σε Ανώνυμη Εταιρία. (Α.Ε.) με την επωνυμία "Ελληνική Ποτοποιία Π. Θωμόπουλου και Υιού". Στην παρακάτω ξενόγλωσση ετικέτα από το Ούζο Sans Rival (για εξαγωγικούς σκοπούς) παρατηρήστε ότι γίνεται αναφορά στην ανώνυμη εταιρία Π. Θωμόπουλος και Υιός.


Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και μετά όμως οι συνθήκες και οι κανόνες της ελληνικής αγοράς άλλαξαν αφενός διότι ξεκίνησαν οι εισαγωγές οινοπνευματωδών ποτών και αφετέρου λόγω της υπάρξεως ενός νέου ανταγωνιστή, ενός νέου Ούζου με ηπιότερη γεύση και λιγότερους βαθμούς οινοπνεύματος, του Ούζου 12 των αδελφών Νίκου και Δημήτριου Καλογιάννη. Ο Χρήστος Θωμόπουλος αντιμετώπισε τις νέες συνθήκες της αγοράς ποντάροντας στο όνομα που είχε "χτίσει" το δικό του προϊόν, απορρίπτοντας κατηγορηματικά τόσο το ενδεχόμενο συμπλήρωσης των δικών του προϊόντων με εισαγόμενα ποτά όσο και την πιθανότητα εισαγωγής ενός εναλλακτικού προϊόντος για την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού από το Ούζο 12.

Κατά τη δεκαετία του 1980, οι πτωτικοί αριθμοί για την ποτοποιία του Χρήστου Θωμόπουλου συνεχίστηκαν καθώς η ελληνική αγορά κατακλύστηκε από ξένες πολυεθνικές εταιρίες οι οποίες εξαγόρασαν όλην την αφρόκρεμα των αντίστοιχων ελληνικών επιχειρήσεων ενώ η επικράτηση των αλυσίδων λιανικής (supermarkets) εις βάρος των παραδοσιακών καναλιών πώλησης ποτών (κάβες, παντοπωλεία κτλ) επέβαλαν νέους όρους στην υπό εξέταση αγορά, όρους στους οποίους η ποτοποιία Θωμόπουλου ουδέποτε προσαρμόστηκε. Μάλιστα ο ίδιος ο Χρήστος Θωμόπουλος αρνήθηκε πολλάκις προτάσεις ξένων πολυεθνικών που ζητούσαν την εξαγορά της ιστορικής ποτοποιίας η οποία παρέμεινε σε ελληνικά χέρια.

Κατά τη δεκαετία του 1990 η πορεία της ιστορικής ποτοποιίας συνεχίστηκε στην ίδια κατεύθυνση αποδυνάμωσης και επικέντρωσης κυρίως στην εξαγωγική δραστηριότητα (η οποία απορροφούσε περί το 70% της παραγωγής) σε διάφορες χώρες των πέντε ηπείρων. Στις αρχές του 21ου αιώνα, στην παραδοσιακή ποτοποιία ενεργοποιήθηκαν σταδιακά τα δυο τέκνα του Χρήστου Θωμόπουλου, Πέτρος και Τάνια, όντας η τέταρτη γενιά ενασχόλησης με τον κλάδο. Το 2005, η συμπλήρωση των 100 χρόνων από την ίδρυση της ποτοποιίας από τον Πέτρο Χ. Θωμόπουλο εορτάστηκε με την κυκλοφορία του Ούζου Sans Rival Gold Label. Τέσσερα χρόνια αργότερα (2009), ο Χρήστος Θωμόπουλος (σε ηλικία τότε 90 ετών) και ο Νίκος Καλογιάννης συμφώνησαν και δημιούργησαν μια νέα Ανώνυμη Εταιρία, υπό την επωνυμία "Ποτοποιΐα Χρήστου Θωμόπουλου", με νέα έδρα στην Κηφισιά (οι εγκαταστάσεις στα Καμίνια εγκαταλείφθηκαν και το ακίνητο προσφέρθηκε προς πώληση), στην οποία ο Νίκος Καλογιάννης απέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών αποκτώντας όλα τα εμπορικά σήματα της "Ελληνικής Ποτοποιίας Π. Θωμόπουλου και Υιού Α.Ε". Η νεοδημιουργηθείσα "Ποτοποιΐα Χρήστου Θωμόπουλου" υπό τον έλεγχο του Νίκου Καλογιάννη ανέλαβε την παραγωγή και διανομή (σε Ελλάδα και εξωτερικό) του Ούζου Sans Rival ενώ η οικογένεια του Χρήστου Θωμόπουλου, η οποία διατήρησε μειοψηφικό μερίδιο στην νέα εταιρία, ανέλαβε τον έλεγχο της ποιότητας στην παραγωγική διαδικασία ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια της παραδοσιακής παραγωγής του Ούζου Sans Rival.

Τον Ιούλιο του 2012, ο Χρήστος Π. Θωμόπουλος απεβίωσε σε ηλικία 92 ετών.

Χρήστος Π. Θωμόπουλος

Διαβάστε σχετικά θέματα:






Κείμενο - Πηγές:

Το κείμενο είναι πρωτότυπο, προϊόν προσωπικής έρευνας, προσωπικής εργασίας και προσωπικών εκτιμήσεων. 
Στοιχεία και πληροφορίες έχουν ληφθεί από τις κάτωθι πηγές:
  • Απαγορεύεται ρητά η χρήση, προβολή, αντιγραφή ή/και αναδημοσίευση με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο.
  • Όσοι παρανομούν διώκονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου