Pages

Παρασκευή, Νοεμβρίου 15, 2013

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΚΑΣ ΣΤΗ ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑ [14.11.1960]

Το ζήτημα της στέγασης των μεγάλων προσφυγικών μαζών που προέκυψαν μετά από την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και τις ανταλλαγές πληθυσμών αντιμετωπίστηκε έως ένα σημείο μέχρι την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως, το καταστρεπτικό πέρασμα του Πολέμου και της Κατοχής από την χώρα μας, επέτειναν και γιγάντωσαν το ήδη προβληματικό ζήτημα, με αποτέλεσμα οι πρώτες μεταπολεμικές κυβερνήσεις που προέκυψαν μετά την Απελευθέρωση (1944) να το αντιμετωπίσουν, δυστυχώς, ως μια μάλλον δεδομένη και παγιωμένη κατάσταση. 


Στη μεταπολεμική Δραπετσώνα, την οποία προπολεμικά ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς (Βαθύ Ιθάκης, 12 Απριλίου 1871 - Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 1941) είχε προσπαθήσει μάταια να μετονομάσει σε Συνοικισμό της 4ης Αυγούστου, μπορούσε κάποιος να συναντήσει έναν από τους μεγαλύτερους πυρήνες συγκεντρωμένων προσφυγικών κατοικιών. Η πλειοψηφία αυτών των κατοικιών ήσαν μικρές εξαθλιωμένες παράγκες και παραπήγματα της εποχής του Μεσοπολέμου, ενώ σε μικρότερο βαθμό μπορούσε κανείς να συναντήσει και νεώτερες αυθαίρετες κατασκευές από διάφορα υλικά (τούβλα, πέτρες κλπ). Όλα τα ως άνω βρίσκονταν "μπλεγμένα" σε δαιδαλώδη σοκάκια σε μια έκταση η οποία ξεκινούσε και απλωνόταν στα πέριξ του σιδηροδρομικού σταθμού του Αγίου Διονυσίου, στο "Καστράκι", στην Ηετιώνεια Ακτή και στον όρμο της Κρεμμυδαρούς. Η κύρια οδική αρτηρία του προσφυγικού συνοικισμού υπήρξε η οδός Κανελλοπούλου. Η πλειοψηφία των κατοίκων στους προσφυγικούς συνοικισμούς της Δραπετσώνας άνηκαν στην εργατική τάξη: βιομηχανικοί εργάτες, εργάτες στο λιμάνι του Πειραιά, οικοδόμοι, τεχνίτες, μικροπωλητές και μικρο-επιτηδευματίες, οι οποίοι όμως είχαν ως κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα την αριστερή πολιτική προτίμηση. Μετά τον Εμφύλιο, αρκετοί κάτοικοι της Δραπετσώνας αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν κυρίως στο εξωτερικό προς αναζήτηση εργασίας ενώ οι νέοι πρόσφυγες που προέρχονταν από άλλα μέρη της Ελλάδος ή του κόσμου (λ.χ. πρώην ΕΣΣΔ) προτιμούσαν τις νεώτερες μεταπολεμικές προσφυγικές συνοικίες για τη μεταστέγασή τους.


Η "κόκκινη" ως επί το πλείστον Δραπετσώνα, με τις περίπου 3.500 προσφυγικές οικογένειες που ζούσαν σε παράγκες και παραπήγματα, αποτέλεσε έναν από τους στόχους των μεταπολεμικών κυβερνήσεων των τελών της δεκαετίας του 1950, οι οποίες επιθυμούσαν την μετεγκατάσταση των προσφυγικών οικογενειών σε νέες πολυκατοικίες, κτισμένες είτε από το κράτος είτε από ιδιώτες. Οι κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1907-1998), πρωθυπουργού της χώρας από το 1956, απέβλεπαν στην εκδίωξη των προσφύγων από την περιοχή της Δραπετσώνας - και όχι μόνο - και την μετεγκατάστασή τους σε διάφορες άλλες περιοχές. Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να σημειώσουμε το γεγονός ότι η Δραπετσώνα είχε προσφέρει υψηλά ποσοστά στο κόμμα της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) στις εκλογικές αναμετρήσεις της δεκαετίας του 1950 και ιδίως κατά τις εκλογές της 11ης Μαϊου του 1958, στις οποίες η ΕΔΑ έλαβε το 24,4% των συνολικών ψήφων, καταλαμβάνοντας 78 βουλευτικές έδρες, αναδεικνυόμενη κατ'αυτόν τον τρόπο σε αξιωματική αντιπολίτευση!

Έτσι λοιπόν, κατά το έτος 1960, η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, έδωσε στη δημοσιότητα τα σχέδια που προέβλεπαν μεταστέγαση των προσφύγων της Δραπετσώνας και την εκ των υστέρων κατασκευή προσφυγικών πολυκατοικιών. Οι κάτοικοι του οικισμού της Δραπετσώνας απέρριψαν το εν λόγω σχέδιο, ζητώντας "αυτό-στέγαση για όλους" και προχώρησαν σε μια σειρά έντονων κινητοποιήσεων. 

Το καλοκαίρι του 1960, οι ανακοινώσεις του Υπουργείου Πρόνοιας και του αρμοδίου υπουργού Ανδρέα Ν. Στράτου (Αθήνα, 1905 - 30 Αυγούστου 1981) αναφέρονταν στην ανέγερση 1.200 νέων κατοικιών μόνο στον Πειραιά

3 Αυγούστου του 1960

Απορίας άξιο βέβαια ήταν το γεγονός, όπως άλλωστε σημειώνεται στον Τύπο εκείνης της εποχής, με ποιόν τρόπο πάνω από 3.000 οικογένειες στη Δραπετσώνα θα στεγάζονταν σε μόλις 1.200 κατοικίες. 


Στις 11 Αυγούστου του 1960, κατόπιν πρωτοβουλίας της συντονιστικής επιτροπής των κατοίκων και επαγγελματιών της περιοχής που αντιδρούσαν στα σχέδια της κυβέρνησης, πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη απεργία στην οποία συμμετείχαν όλα τα καταστήματα, τα εργοστάσια και οι βιοτεχνίες της περιοχής.

11 Αυγούστου 1960

Μετά την καθολική απεργιακή κινητοποίηση η κυβέρνηση απέστειλε πρόσκληση στους πρώτους 499 παραπηγματούχους της περιοχής του Αγίου Φανουρίου να εγκαταλείψουν τις οικίες τους μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους. Οι επόμενες εβδομάδες κύλισαν σε κλίμα τεταμένο, με πολλές συγκεντρώσεις, συμβούλια και συνέδρια εκ μέρους των παραπηγματούχων, επισκέψεις πολιτικών προσώπων και καταγγελίες. 


Μια από τις κορυφώσεις του κινήματος των παραπηγματούχων της Δραπετσώνας έλαβε χώρα τις πρωινές ώρες της 14ης Νοεμβρίου του 1960, ημέρα κατά την οποία πολυάριθμες αστυνομικές δυνάμεις υπό τον διευθυντή της Αστυνομίας Πειραιώς Κοντογιώργο εισέβαλαν στον προσφυγικό συνοικισμό της Δραπετσώνας συνοδεία εργατών και εκσκαφέων, μετά την παρέλευση της σχετικής διορίας που είχε δοθεί από την κυβέρνηση, με σκοπό να εκδιώξουν τους κατοίκους και να προχωρήσουν στην κατεδάφιση των κατοικιών τους. Τα γεγονότα και οι φοβερές συγκρούσεις εκείνης της ημέρας έμειναν στην ιστορία ως "η μάχη της παράγκας"

Η δημοσιογραφική κάλυψη και η αναφορά στα σοβαρά επεισόδια που έλαβαν χώρα στη Δραπετσώνα έγινε με τρόπο "διακριτικό" και όχι στα πρωτοσέλιδα του Τύπου αλλά στις "μέσα" σελίδες, ενώ υπήρξαν μαρτυρίες/καταγγελίες πως οι αστυνομικές δυνάμεις δεν επέστρεψαν σε φώτο-ρεπόρτερ να εισέλθουν στον συνοικισμό και εν συνεχεία τα όποια films λογοκρίθηκαν και κατασχέθηκαν. 



Τα συνεργεία των εργατών, με την περιφρούρηση των αστυνομικών δυνάμεων, πρόλαβαν να κατεδαφίσουν μόλις τέσσερα παραπήγματα προτού ξεκινήσει ο λιθοβολισμός των εργατών από πλευράς των κατοίκων και οι συγκρούσεις με την αστυνομία που είχε αποκλείσει την περιοχή. Οι άγριες συμπλοκές που επακολούθησαν μεταξύ των κατοίκων - η πλειοψηφία των οποίων ήταν γυναίκες, ηλικιωμένοι και παιδιά - που αρνούνταν να εγκαταλείψουν τις οικίες τους και των αστυνομικών δυνάμεων είχαν ως αποτέλεσμα πολλούς τραυματισμούς και την παρέμβαση του Εισαγγελέα Πειραιώς Ευγενικού, ο οποίος ανέστειλε προσωρινά την εφαρμογή της κυβερνητικής εντολής μετά από σχετικό αίτημα της Ένωσης Παραπηγματούχων Προσφύγων της οποίας ηγείτο ο Κοντόπουλος και των τοπικών πολιτευτών και βουλευτών της αντιπολίτευσης που είχαν σπεύσει στο σημείο. 

Μετά την αποχώρηση των αστυνομικών δυνάμεων και των συνεργείων κατεδάφισης, οι ίδιοι οι κάτοικοι της περιοχής έσπευσαν να ξαναστήσουν τα παραπήγματα που είχαν κατεδαφιστεί και να φωτογραφηθούν κρατώντας πινακίδες που έγραφαν "Ζήτω η Δραπετσώνα". Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τους περισσότερους τραυματισμούς υπέστησαν γυναίκες ενώ έγιναν και καταγγελίες σχετικά με τον "ζήλο" που είχαν επιδείξει οι αστυνομικές δυνάμεις και τη λύσσα με την οποία κτυπούσαν τα συγκεντρωμένα πλήθη τα οποία αντεπιτέθηκαν με πέτρες και ξύλα. Αμέσως μετά, μια μεγάλη πορεία που ξεκίνησε από την Δραπετσώνα με μαυροφορεμένες - εις ένδειξη διαμαρτυρίας - γυναίκες με προορισμό το Υπουργείο Πρόνοιας στον Πειραιά, διαλύθηκε από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις στο ύψος του Μεγάρου των ΗΣΑΠ (Ηλεκτρικός) στο λιμάνι της πόλης. 

Πρόσφυγες στη στέγη παραπήγματος με πινακίδα "Ζήτω η Δρα/να"

Δραπετσώνα: Συγκέντρωση διαμαρτυρόμενων προσφύγων

Τις επόμενες ημέρες μετά τη "μάχη της παράγκας", η κυβέρνηση συνέχισε να διακηρύττει ότι τα σχέδια που προέβλεπαν την μετεγκατάσταση των προσφύγων και τη δημιουργία ενός νέου συνοικισμού πολυκατοικιών θα προχωρούσαν κανονικά, ενώ οι πρόσφυγες-κάτοικοι της Δραπετσώνας από την δική τους πλευρά, συνέχισαν να εμμένουν στη θέση τους περί "αυτό-στέγασης"



Εν τέλει, κατά τον μήνα Νοέμβριο του 1962, με το βαθμό αντίδρασης από μέρους των κατοίκων να έχει "πέσει", το κράτος ξεκίνησε τη κατασκευή των νέων τετραώροφων προσφυγικών πολυκατοικιών στη Δραπετσώνα, ενώ η επίμαχη περιοχή με τις παράγκες απαλλοτριώθηκε υπέρ του Δημοσίου το οποίο όφειλε να αποκαταστήσει τους δικαιούχους. Η πολιτειακή "ανωμαλία" που προέκυψε μετά την επιβολή της δικτατορίας το 1967 "επίλυσε" ουσιαστικά το ζήτημα της υπό συζήτηση περιοχής, η οποία ισοπεδώθηκε δια της βίας υπό το βλέμμα του Στυλιανού Παττακού προς τέρψη των δυο άμεσα "ενδιαφερομένων", του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ), των ΣΕΚ (Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους) και του μεγάλο-βιομηχάνου και επιχειρηματία Πρόδρομου Αθανασιάδη - Μποδοσάκη, οι οποίοι αποσκοπούσαν στην εκμετάλλευση αυτών των εδαφών. Έκτοτε η Δραπετσώνα δεν υπήρξε ποτέ ξανά η ίδια! 

Σύγχρονη αεροφωτογραφία της υπό αναφοράς περιοχής της Δραπετσώνας (Πηγή: Ploigos.gr)

Μια ενδεικτική φωτογραφική καταγραφή της ευρύτερη περιοχής της Δραπετσώνας όπου μέχρι το τέλος της δεκαετίας του '60, υπήρχαν οι προσφυγικές παράγκες και τα παραπήγματα, από τη συμβολή των οδών Εθνικής Αντιστάσεως και Κανάρη:

ΟΔΟΣ ΚΑΝΑΡΗ & ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ

Τέλος, άξιο αναφοράς είναι το γεγονός πως την ίδια χρονιά, ο μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης, εμπνευσμένος από τα γεγονότα της "μάχης της παράγκας" μελοποίησε τους στίχους του ποιητή Τάσου Λειβαδίτη (1922-1988) και προσέφερε στον μεγάλο ερμηνευτή και τραγουδοποιό Γρηγόρη Μπιθικώτση (1922-2005) ένα τραγούδι το οποίο έμελλε να ταυτιστεί με τη Δραπετσώνα

Μ’ αίμα χτισμένο, κάθε πέτρα και καημός
κάθε καρφί του πίκρα και λυγμός
Μα όταν γυρίζαμε το βράδυ απ’ τη δουλειά
εγώ και εκείνη όνειρα, φιλιά

Το `δερνε αγέρας κι η βροχή
μα ήταν λιμάνι κι αγκαλιά και γλυκιά απαντοχή
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε ψυχή.

Πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί

Ένα κρεβάτι και μια κούνια στη γωνιά
στην τρύπια στέγη του άστρα και πουλιά
Κάθε του πόρτα ιδρώτας κι αναστεναγμός
κάθε παράθυρό του κι ουρανός

Κι’ όταν ερχόταν η βραδιά
μες στο στενό σοκάκι ξεφαντώναν τα παιδιά
Αχ, το σπιτάκι μας, κι αυτό είχε καρδιά

Πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί


Κείμενο - Πηγές:

Το κείμενο είναι πρωτότυπο, προϊόν προσωπικής έρευνας, προσωπικής εργασίας και προσωπικών εκτιμήσεων. Στοιχεία και πληροφορίες έχουν ληφθεί από τις κάτωθι πηγές:
  • Απαγορεύεται ρητά η χρήση, προβολή, αντιγραφή ή/και αναδημοσίευση με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο.
  • Όσοι παρανομούν διώκονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου