Ο γραφική ορθόδοξη εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης (Chiesa di Santa Caterina, Pireo, Grecia), ο οποίος βρίσκεται στην πλατεία Αλέξανδρας στον Πειραιά, "ανεγερθείσα εις μνήμην της Αικατερίνης Καϊβάνο" (eretta in memoria di Caterina Caivano) κατά την περίοδο 1937 - 1938, "κρύβει" μια ξεχωριστή ιστορική διαδρομή γεμάτη απρόοπτα.

Ο Ιταλός αρχιτέκτων και μηχανικός Vincenzo Caivano (Βιντζένζο Καϊβάνο, 1879-05.05.1967), με καταγωγή από την νότια Ιταλία (υπάρχει ομώνυμος Δήμος στην πόλη της Νάπολη), είχε γνωρίσει και νυμφευθεί στον Πειραιά την κάτωθι εικονιζόμενη Αικατερίνη Λεμπέση (1887-1934), γόνο γνωστής πειραϊκής οικογενείας, περί τα τέλη της δεκαετίας του 1910.
Η ζωή του καθολικού Χριστιανού Vincenzo και της ορθοδόξου Χριστιανής Αικατερίνης αρχικά μοιράστηκε μεταξύ Πειραιώς, Πριγκηπόνησων και Κωνσταντινούπολης, όπου ο κάτωθι εικονιζόμενος Καϊβάνο (σσ. ο οποίος είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία από επενδύσεις σε ορυχεία άνθρακα στην Ανδριανούπολη από την εποχή που δούλευε ως μηχανικός σιδηροδρόμων) είχε έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα (λ.χ. κατασκευή του Maçka Palas κατά το έτος 1922).
Το ζεύγος Καϊβάνο, το οποίο απέκτησε σε σύντομο χρονικό διάστημα πέντε παιδιά (τον Αχιλλέα, τον Alfredo, την Μαριέττα, την Giolanda και την Mafalda). Περί τα μέσα της δεκαετία του 1930 και ενώ σύμφωνα με ορισμένες πηγές η οικογένεια Caivano ετοιμαζόταν να μετοικήσει στη Ρώμη της Ιταλίας, η Αικατερίνη Καϊβάνο απεβίωσε ξαφνικά στην Κωνσταντινούπολη στις 24 Μαΐου του 1934 σε ηλικία 47 ετών. Λαμβάνοντας υπόψη την επιθυμία της θανούσης να μην ενταφιαστεί στο χώμα, το σώμα της ταριχεύτηκε από τον χημικό Βασιλειάδη, τον υιό του και τον χημικό Αρνάκη, τη νύχτα της Τετάρτης 30 Μαΐου του 1934. Την επομένη ημέρα, στις 21 Μαΐου του 1934, τελέστηκε η κηδεία της Αικατερίνης Καϊβάνο με το λείψανό της να τοποθετείται προσωρινά στο παρεκκλήσιο του νεκροταφείο στο Σισλί (Şişli) της Κωνσταντινούπολης το οποίο χρησίμευε ως οστεοφυλάκιο.
Το φέρετρο με το λείψανο της Αικατερίνης Καϊβάνο "εν τω παρεκκλησίω Σισλή Κωνσταντινουπόλεως":
Αρχικά, ο Βικέντιος Καϊβάνο προσανατολίστηκε προς την ανέγερση ενός Μαυσωλείου στο Νεκροταφείο του Σισλί, όμως σύντομα αναθεώρησε τις σκέψεις του και αποφάσισε να ανεγείρει μια ορθόδοξη εκκλησία στη μνήμη της αποθανούσης συζύγου του. Έτσι λοιπόν, ο Βικέντιος Καϊβάνο αναχώρησε από την Πόλη την πρώτη του μηνός Νοεμβρίου του έτους 1934 με προορισμό την Αθήνα και απώτερο σκοπό την εξεύρεση της κατάλληλης εκτάσεως για την ανέγερση του προαναφερθέντος ιερού ναού. Αξιοσημείωτο είναι δε το γεγονός πως ο Καϊβάνο είχε λάβει σχετική συστατική επιστολή από τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φώτιο Β' (κατά κόσμον Δημήτριος Μανιάτης, 1874 - 29 Δεκεμβρίου 1935) προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Α'. Στην εν λόγω συστατική επιστολή σκιαγραφείτο το προφίλ της Αικατερίνης Λεμπέση (Καϊβάνο) η οποία κατά τη διάρκεια της ζωής της είχε αναπτύξει έντονη φιλανθρωπική δραστηριότητα τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στην Πρίγκηπο:
Ευρισκόμενος στην Αθήνα, ο Καϊβάνο ήρθε αρχικά σε επαφή με την κοινότητα Εκάλης, η οποία του παραχώρησε μια πλατεία προς ανέγερση του ιερού ναού. Οι εργασίες εκσκαφής των θεμελίων του υπόναου ξεκίνησαν κατά το έτος 1935 με χρήση δυναμίτιδας λόγω των ιδιαίτερων πετρωμάτων της συγκεκριμένης περιοχής. Στην Εκάλη ο Καϊβάνο διέθεσε αρκετούς μήνες και πολλά χρήματα αλλά το σχέδιο του ναυάγησε. Ο ίδιος εγκαταστάθηκε εν συνεχεία στην Κηφισιά ξεκινώντας νέες διαπραγματεύσεις με την κοινότητα Γλυφάδας και αργότερα με την κοινότητα του παρά του Ερυθρού Σταυρού μέρους, δίχως όμως να σημειωθεί κάποια θετική εξέλιξη.
Λόγω του γεγονότος πως η αείμνηστος Αικατερίνη καταγόταν από τον Πειραιά όπου άλλωστε γεννήθηκε και μεγάλωσε, ο Καϊβάνο στράφηκε προς την λύση ανέγερσης του ιερού ναού υπέρ της μνήμης της συζύγου στη γενέτειρά της. Αρχικά μέσω του αρχιμανδρίτη του ιερού ναού του Αγίου Κωνσταντίνου, του αιδεσιμότατου Σφήνα, παρουσιάστηκε στον Πρόεδρο του ΟΛΠ Νικόλαο Γεννηματά ο οποίος τον παρέπεμψε στη Δημαρχεία Πειραιώς και στον τότε Δήμαρχο της πόλεως Σωτήριο Στρατήγη (σσ. του οποίου η πρώτη θητεία ως Δήμαρχος Πειραιώς διήρκεσε από το 1934 έως το 1936, οπότε και παύθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά). Η αρχική πρόταση του Καϊβάνο προς τον Δήμο Πειραιώς - η οποία απορρίφθηκε μετά ολίγων ημερών - ζητούσε άδεια ανέγερσης μιας εκκλησίας στη μέση της πλατείας Αλεξάνδρας. Ως αντιπρόταση, ο Δήμος Πειραιώς εκπροσωπούμενος από τον Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Ξανθό, τον Δημοτικό Σύμβουλο Πετρόχειλο και τον αρχιμηχανικό Καλλιγάρη, πρότεινε στον Καϊβάνο την ανέγερση του ιερού ναού επί της πλατείας Πέτρου Α' στην Καστέλλα και μάλιστα οδήγησαν τον Καϊβάνο στην εν λόγω τοποθεσία. Ο Καϊβάνο αποδέχθηκε την αντιπρόταση του Δήμου Πειραιώς πλην όμως η αίτηση την οποία έκανε προς το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλεως ουδέποτε εγκρίθηκε. Κατόπιν σχετικής αναμονής δεκαοκτώ ολόκληρων μηνών και πολυάριθμες άκαρπες επισκέψεις στη Δημαρχεία Πειραιώς, ο Καϊβάνο αποφάσισε να δράσεις ο ίδιος και να αγοράσει ένα οικόπεδο ώστε να προχωρήσει στην ανέγερση της εκκλησίας.
Το πρώτο σημείο του οποίου την αγορά διαπραγματεύτηκε ο Καϊβάνο ήταν το γωνιακό οικόπεδο όπου βρισκόταν το καφενείο "Σηράγγειον" στο Πασαλιμάνι. Η αναβλητικότητα του ιδιοκτήτη του καφενείου και η πολύμηνη αναμονή του Καϊβάνο τον οδήγησαν σε νέες διαπραγματεύσεις με τον τραπεζίτη Σπυράκη σχετικά με την αγορά του οικοπέδου όπου τελικά ανεγέρθηκε ο ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης οι οποίες όμως διεκόπησαν λόγω ασυμφωνίας στην τιμή αγοράς. Είχαν παρέλθει ήδη 22 μήνες από την άφιξη του Καϊβάνο στην Ελλάδα και η απογοήτευσή του για την μη εκπλήρωση του σκοπού του ήταν μεγάλη. Πολλοί χλεύαζαν τον Ιταλό για την επιμονή του λέγοντας πως "τα είχε χάσει" ενώ ακόμα και οι πλέον στενοί του φίλοι τον καλούσαν να παραιτηθεί του συγκεκριμένου εγχειρήματος.
Τον Αύγουστο του έτους 1936, ο Καϊβάνο ταξίδεψε μέχρι την Τήνο όπου προσευχήθηκε στην τοπική Παναγία τάζοντας μάλιστα 25.000 δραχμές για προίκα πέντε ορφανών κοριτσιών. Επιστρέφοντας από την Τήνο, εντός του ιδίου μήνα, ο Καϊβάνο κατέληξε τελικά σε συμφωνία με τον Σπυράκη για την αγορά του οικοπέδου 7.000 τετραγωνικών πήχεων, έναντι της πλατείας Αλεξάνδρας (σσ. πλησίον του κτιρίου όπου κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα το υαλουργείο των Τσίλλερ-Οριγώνη) όπου τελικά οικοδομήθηκε η εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, αντί 3.750.000 δραχμών, δίδοντας προκαταβολή ύψους 500.000 δραχμών.
Δίχως χρονοτριβές, ο Καϊβάνο παρουσιάστηκε στη Μητρόπολη και κατόπιν αρκετών ημερών και συζητήσεων συντάχθηκε Προσύμφωνο το οποίο υπεγράφη από τον Μητροπολίτη Αθηνών Χρυσόστομο Α' και τον Βικέντιο Καϊβάνο, με το οποίο ορίστηκε πως η δωρεά της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης που επρόκειτο να ανεγερθεί θα γινόταν κατόπιν της εναποθέσεως του λειψάνου της κτίτορος Αικατερίνης στον υπόναο του Αγίου Βικεντίου. Επίσης ορίστηκε ο νέος ιερός ναός να μη γίνει ενοριακός και να μην παραχωρηθεί στον ενοριακό ναό του Προφήτη Ηλία ο οποίος είχε προσφύγει πολλάκις στην Μητρόπολη ζητώντας την κυριότητα της νέας εκκλησίας υπό την δικαιολογία πως μια νέα εκκλησία θα ζημίωνε τον ιερό ναό του Προφήτη Ηλία στην Καστέλλα!
Εν συνεχεία υποβλήθηκαν στο Υπουργείο Θρησκευμάτων τα σχέδια του Ναού (σσ. τα ίδια ακριβώς σχέδια που είχαν κατατεθεί για την Εκάλη) και κατόπιν ολίγου καιρού, με τη συνδρομή του καθηγητή Ορλάνδου και του μηχανικού Σούρσου, τα σχέδια επεστράφησαν εγκεκριμένα από την Μητρόπολη με την σχετική άδεια ανεγέρσεως.
| Τα σχέδια του ιερού ναού της Αγίας Αικατερίνης |
Κατόπιν αυτών των εξελίξεων οι εργασίες εκσκαφής του βράχου για τη θεμελίωση της εκκλησίας ξεκίνησαν την 29η Οκτωβρίου του 1936. Στις 25 Νοεμβρίου του ιδίου έτους, ημέρα της ονομαστικής εορτής της κτίτορος Αικατερίνης, τέθηκε ο θεμέλιος λίθος του νέου ιερού ναού παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσόστομου Α' (κατά κόσμον Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, 1868 – 1938), του Ιταλού Προξένου και πολλών παρευρισκομένων, όπως μας πληροφορεί το σχετικό ιστορικό τεκμήριο από τον πειραϊκό Τύπο εκείνης της χρονιάς:
Φωτογραφικά ιστορικά τεκμήρια από την εναπόθεση του θεμέλιου λίθου της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης:
Μετά από μια περίοδο που σημαδεύτηκε από ασθένεια του Βικέντιου Καϊβάνο, προσωρινή παύση των εργασιών εκσκαφής και νέα γραφειοκρατικά προβλήματα που προέκυψαν λόγω της προαναφερθείσας παύσεως των εργασιών, κατά το πρώτο δεκαήμερο του έτους 1937 ξεκίνησαν οι εργασίες τοιχοποιίας. Όμως, τα εμπόδια δεν έπαυαν να προκύπτουν, με την κατασκευή του ιερού ναού της Αγίας Αικατερίνης καθυστέρησε άλλους δυο μήνες λόγω της παύσεως εργασιών των λατομείων λευκής πέτρας της Πειραϊκής Χερσονήσου!
Φωτογραφικό τεκμήριο από τις εργασίες θεμελιώσεως του ιερού ναού της Αγίας Αικατερίνης:
Κατόπιν επισταμένης εργασίας, την 25η Νοεμβρίου του έτους 1937, εορτάσιμη ημέρα της κτήτορος Αικατερίνης, όλες οι τοιχοποιίες, τα τέμπλα, η σκεπή και οι περισσότεροι σοβάδες τόσο της Εκκλησίας όσο και του υπόναου ήσαν έτοιμα, ενώ υπολείπονταν έτεροι σοβάδες, πλακοστρώσεις, η εικονογράφηση των τέμπλων, τα σιδηρά παράθυρα, οι μαρμάρινες κλίμακες του ναού κ.α. πολλά.
Παρόλο που η εκκλησία δεν είχε ακόμη εγκαινιαστεί, εντούτοις εόρτασε μεγαλοπρεπώς παρουσία αρχιμανδρίτη της Μητροπόλεως, πολλού κόσμου αλλά και των Ορφανών της Βουλιαγμένης. Οι δε εισπράξεις εκείνης της ημέρας οι οποίες θα δίδονταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς υπήρξαν ιδιαίτερα καλές! Αρχής γενομένης από την προαναφερόμενη ημερομηνία, η εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης δεν έπαψε να λειτουργεί σε τακτά χρονικά διαστήματα ενώ η ολοκλήρωση των εκκρεμών εργασιών επέτρεψαν την πραγματοποίηση των επίσημων εγκαινίων του νέου ιερού ναού της Αγίας Αικατερίνης στις 10 Απριλίου του έτους 1938, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Α', κλήρου και πλήθους κόσμου:
Φωτογραφικές καταγραφές της περατωθείσας εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης στα τέλη της δεκαετίας του 1930:
Μετά τα επίσημα εγκαίνια του ιερού ναού, είχε φτάσει πια η στιγμή για τη μεταφορά του λειψάνου της κτίτορος Αικατερίνης από την Κωνσταντινούπολη στον Πειραιά. Κατόπιν πολλών απαραίτητων γραφειοκρατικών διαδικασιών από τις τουρκικές αρχές, το Τελωνείο Κωνσταντινούπολης αλλά και το ελληνικό Προξενείο της Πόλης, το μολύβδινο φέρετρο σφραγίστηκε από τις τρεις αρμόδιες αρχές και ετοιμάστηκε για το ταξίδι προς Πειραιά. Στις 5 Μαΐου του 1938, ημέρα Πέμπτη, στο παρεκκλήσιο του Σισλί, εκεί όπου το λείψανο της Αικατερίνης Λεμπέση Καϊβάνο παρέμεινε επί 4 χρόνια αναμένοντας την ανέγερση του ιερού ναού, τελέστηκε πάνδημος αποχαιρετιστήριος επιμνημόσυνος ιεροτελεστία στην οποία παρέστησαν εκτός του απείρου πλήθους και του κλήρου, οι συνοδικοί Άγιοι Σαρδέων, Ειρηνουπόλεως και Πριγκηπονήσων. Μετά το τέλος της άκρως συγκινητικής τελετής, το λείψανο τοποθετήθηκε επί νεκροφόρας και συνοδευόμενο από πομπή αυτοκινήτων και πλήθους κατέληξε στο λιμάνι, όπου φορτώθηκε επί του ιταλικού ατμόπλοιου "Γκριμάνι" το οποίο αναχώρησε με προορισμό τον Πειραιά την επομένη (6 Μαΐου του 1938).
Το ατμόπλοιο "Γκριμάνι" έφθασε στο λιμάνι του Πειραιά την 7η Μαΐου του 1938 και αφού ολοκληρώθηκαν οι απαραίτητες διαδικασίες από τις ελληνικές τελωνειακές αρχές και το Λιμεναρχείο Πειραιώς, το εκ Κωνσταντινουπόλεως λείψανο το οποίο βρισκόταν εντός του μολύβδινου φέρετρου το οποίο είχε τοποθετηθεί εντός ξύλινου φέρετρου για την μεταφορά δια θαλάσσης μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος με απλή συνοδεία που την αποτελούσαν ο Βικέντιος Καϊβάνο, συγγενείς και γνωστοί, η αδελφική οικογένεια Παμφίλου, εκπρόσωποι του κλήρου καθώς και τα Ορφανά του Ασύλου του Αγίου Ανδρέα. Ευρισκόμενο εντός της εκκλησίας του Πολιούχου Πειραιώς Αγίου Σπυρίδωνος, το μολύβδινο φέρετρο τοποθετήθηκε εντός έτερου πολυτελούς αργυρού φέρετρου το οποίο καλλωπίστηκε καταλλήλως. Το πρωινό της 8ης Μαΐου του 1938, στον ιερό ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, έλαβε χώρα μεγάλη ιεροτελεστία στην οποία λειτούργησαν ο Άγιος Ειρηνουπόλεως Κωνσταντίνος μαζί με τους Αγίους Ταλαντίου και Βρεστένης. Μετά την λειτουργία σχηματίστηκε μεγαλοπρεπής πομπή για τη μεταφορά του λειψάνου από τον Άγιο Σπυρίδωνα στην Αγία Αικατερίνη.
Στην εν λόγω πομπή προηγείτο ο Κλήρος με τους Αρχιερείς Ειρηνουπόλεως (ως αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βενιαμίν), τον Άγιο Ταλαντίου, τον Άγιο Βρεστένης, καθώς και πολλούς ιερείς από τον Πειραιά αλλά και από την Αθήνα. Στη συνέχεια της πομπής ακολουθούσε το λείψανο - το οποίο τιμής ένεκεν βασταζόταν επί χειρών - και έπειτα ο σύζυγος Βικέντιος Καϊβάνο, η Ασπασία Βελιώτη, θεία της αειμνήστου Αικατερίνης, μετά τέκνα και συγγενών, η Ζωή Δημοπούλου ως αντιπρόσωπος της κοινότητας Πριγκήπου, ο Δήμαρχος Πειραιώς μετά των υπολοίπων Δημοτικών Συμβούλων, τα Ορφανά της Βουλιαγμένης μετά του διευθυντού του Ορφανοτροφείου, η φιλαρμονική Πειραιώς η οποία προσφέρθηκε από τον Δήμο Πειραιώς και άπειρο πλήθος από τον Πειραιά αλλά και την Αθήνα.
Η πολυπληθής πομπή ξεκίνησε από τον Άγιο Σπυρίδωνα, εισήλθε στη λεωφόρο Βασιλέως Γεωργίου Α', σταμάτησε μπροστά στην οικία όπου είχε γεννηθεί η Αικατερίνη Λεμπέση όπου εψάλη τρισάγιο υπέρ της ψυχής της για να ακολουθήσει η πορεία προς το Πασαλιμάνι και την πλατεία Αλεξάνδρας, η οποία ήταν υπερπλήρης κόσμου, όπως άλλωστε και η παραλιακή λεωφόρος.
Το λείψανο έφθασε μετά μεγίστου κόπου και δυσκολίας λόγω της κοσμοπλημμύρας στο εσωτερικό της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης όπου το υποδέχθηκε αυτοπροσώπως ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Α'.
Η εικόνα που παρουσίαζε ο ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης την ημέρα της μεταφοράς του λειψάνου:
Ακολούθησε τρισάγιο και χαιρετισμός του ιδίου και στη συνέχεια ο αντιπρόσωπος του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βενιαμίν εκφώνησε λόγο εξιστορώντας το βίο της κτίτορος Αικατερίνης καθώς και την φιλανθρωπική της δράση.
Κατόπιν αναγνώστηκε προσλαλιά απευθυνόμενη από τον σύζυγο προς την νεκρά και ακολούθησε η αναγγελία ποιημάτων, από τα Ορφανά προς την κτίτορα, με στίχους που είχε συντάξει ο ιδρυτής.
Ο Αθηνών Χρυσόστομος με τον Καϊβάνο και τα Ορφανά του Ορφανοτροφείου Βουλιαγμένης στο οποίο θα αφιερώνονταν όλοι οι καθαροί πόροι της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης:
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως κατά την ημέρα της μεταφοράς του λειψάνου είχε τοποθετηθεί μεγαφωνική εγκατάσταση διαμέσου της οποίας τόσο η προαναφερθείσα προσλαλιά όσο και τα ποιήματα ακούστηκαν ευκρινώς σε όλο το Πασαλιμάνι, στην πλατεία Αλεξάνδρας αλλά και στην απέναντι Φρεαττύδα προκαλώντας ουκ ολίγα δάκρυα συγκίνησης. Μετά το τέλος της τελετής, το αργυρούν φέρετρο εντός του οποίου βρισκόταν το λείψανο της Αικατερινής Λεμπέση παρέμεινε στο μέσον της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης επί τρεις ημέρες για προσκύνημα.
Το πρωινό της τετάρτης ημέρας, ήτοι στις 11 Μαΐου του 1938, οι κύριοι εργάτες οι οποίοι είχαν εργαστεί για την ανέγερση της εκκλησίας, κατόπιν δικής τους πρωτοβουλίας, προσφέρθηκαν για τη μεταφορά του λειψάνου από την εκκλησία στον Υπόναο του Αγίου Βικεντίου.
Ο υπόναος του Αγίου Βικεντίου, στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, "εν τω οποίω εφησυχάζει το λείψανον της κτίτορος Αικατερίνης":
Ο υπόναος του Αγίου Βικεντίου, στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, "εν τω οποίω εφησυχάζει το λείψανον της κτίτορος Αικατερίνης εντός πολυτελεστάτου αργυρού φερέτρου τοποθετημένου επί μαρμαρίνου καλλιτεχνικώτατης σαρκοφάγου":
Λίγες μέρες αργότερα ο Vincenzo Caivano αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη (16 Μαΐου του 1938) όπου παρευρέθηκε στο τετραετές μνημόσυνο της συζύγου στις 29 Μαΐου. Στις αρχές Ιουνίου του ιδίου έτους (1938), ο Καϊβάνο επέστρεψε στον Πειραιά ασχολούμενος με την πλακόστρωση του αυλόγυρου της εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης καθώς και με άλλα υποστηρικτικά έργα. Κατά το πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου του 1938 αναχώρησε με τον υιό του Αχιλλέα για την Ιταλία όπου συνάντησε τον άλλο υιό του Αλφρέδο, ο οποίος είχε μόλις ολοκληρώσει την στρατιωτική του θητεία. Στα τέλη Αυγούστου του 1938 ο Καϊβάνο επανήλθε στον Πειραιά στον οποίον έμεινε λίγες μέρες προτού αναχωρήσει ξανά, στις 5 Σεπτεμβρίου του 1938, τελεσίδικα πλέον, με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, μετά από τέσσερα χρόνια προσπαθειών για την επίτευξη του σκοπού του. Στην Κωνσταντινούπολη ο Caivano επέστρεψε στον πρότερο βίο του και τις διάφορες και πολλαπλές ασχολίες του. Κατά τον μήνα Φεβρουάριο του επομένου έτους (1939), ο Καϊβάνο έλαβε επιστολή από τον εν Πειραιεί φίλο του Δ. Πάμφιλο ο οποίος τον πληροφορούσε πως στις 24 Φεβρουαρίου κάποιος ιερόσυλος είχε εισέλθει εντός του ιερού ναού της Αγίας Αικατερίνης (από τον οποίον έκλεψε μια μικρή αργυρή εικόνα της Αγίας Αικατερίνης) και εν συνεχεία είχε κατέλθει στον υπόναο όπου με χρήση λοστού είχε ανοίξει το αργυρό φέρετρο ξεσκεπάζοντας την κτίτορα.
Στο σημείο αυτό και προς διευκόλυνση των αναγνωστών οφείλουμε να παραθέσουμε κάποια σύντομα πλην όμως απαραίτητα ιστορικά στοιχεία σχετικά με την κατάσταση που επικρατούσε στην Ευρώπη των τελών της δεκαετίας του 1930 όπου κυριαρχούσε η εδραίωση των εθνικιστικών / φασιστικών κινημάτων. Πιο συγκεκριμένα, στις αρχές του έτους 1939 ο Αδόλφος Χίτλερ εκκινούσε το Σχέδιο Ζ (ένα πρόγραμμα ναυτικού εξοπλισμού το οποίο αποσκοπούσε στην κατασκευή ενός μεγάλου γερμανικού στόλου), οι εθνικιστές του Φράνκο ολοκλήρωναν την κατάληψη της Καταλονίας και στρέφονταν προς τη Μαδρίτη, τα γερμανικά στρατεύματα καταλάμβαναν τα κρατίδια της Βοημίας και της Μοραβίας τα οποία ανακηρύσσονταν ως γερμανικά προτεκτοράτα και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος βρισκόταν προ των πυλών. Λίγες εβδομάδες αργότερα, στις αρχές Απριλίου του 1939, η Ιταλία του Μπενίτο Μουσολίνι εισέβαλε στην Αλβανία την οποία και κατέλαβε.
Εν τω μέσω αυτών των συγκυριών, καταγγελίες από τις οικίες πέριξ της Αγίας Αικατερίνης και από το γειτονικό τουρκικό προξενείο οδήγησαν την αστυνομία στον υπόναο του ιερού ναού όπου φέρεται να ευρέθη εντός του φέρετρου μηχάνημα ασυρμάτου. Οι θρύλοι εκείνης της εποχής και οι διάφορες φήμες που κυκλοφόρησαν δημιούργησαν το προφίλ του "Ιταλού κατασκόπου Caivano" εμπλέκοντας μάλιστα και τη βρετανική υπηρεσία κατασκοπείας η οποία φέρεται να αποκάλυψε τη δράση του πομπού που κρυβόταν δίπλα στο κεφάλι της νεκρής με τη χρήση εξελιγμένων οργάνων. Άλλες φήμες ανέφεραν μάλιστα πως στο φέρετρο υπήρχε μονάχα το κεφάλι της κτίτορος Αικατερίνης, άλλοι ομιλούσαν περί σπουδαίων εγγράφων που βρέθηκαν εντός του φέρετρου ενώ κάποιοι πήγαιναν ένα βήμα παραπέρα αναφέροντας πως στο φέρετρο δεν υπήρχε η νεκρά Αικατερίνη αλλά μια ... κούκλα/ομοίωμα. Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω υπήρξε ο στιγματισμός του Καϊβάνο ως κακού Ιταλού κατασκόπου αλλά και της εκκλησίας που είχε με κόπο οικοδομήσει. Μάλιστα, καταγράφονται μαρτυρίες του νεοκόρου του ναού για ανθρώπους που έμπαιναν πλέον με τα καπέλα τους εντός του ιερού ναού επιδεικνύοντας ασέβεια και οργή προς τον "Ιταλό κατάσκοπο", άλλοι έβαζαν τα παιδιά τους να πατούν με τα πόδια τους στην Αγία Τράπεζα ενώ κάποιοι άλλοι κατέβαιναν στον υπόναο για να δουν ιδίοις όμμασι το φέρετρο όπου κρυβόταν ο πομπός του Ιταλού κατασκόπου.
Οι συκοφαντικές κατηγορίες περί κατασκοπείας που αποδόθηκαν στον Ιταλό Καϊβάνο - ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω βρισκόταν εκτός Ελλάδος από τον Σεπτέμβριο του 1938 - αποκρούστηκαν από τον ίδιο με πλήθος επιχειρημάτων και εγγράφων αλλά το κακό είχε ήδη γίνει και ο ίδιος είχε στιγματιστεί ως "κατάσκοπος", κυρίως λόγω της εθνικότητάς του, με τον Τύπο της εποχής εκείνης να έχει συμβάλει τα μέγιστα στη διάδοση της είδησης. Εκτός των παραπάνω, κυκλοφόρησε η είδηση της συλλήψεως του Καϊβάνο (σσ. ο οποίος βρισκόταν βέβαια στην Κωνσταντινούπολη) αλλά και του τουφεκισμού του στην Αίγινα ή στη Σαλαμίνα ενώ εν Ελλάδι συγγενείς του, όπως λ.χ. ο οφθαλμίατρος Ε. Πατεράκης έζησαν τις συνέπειες του κοινωνικού στιγματισμού - ως συγγενείς του "κατασκόπου" - αντιμετωπίζοντας μεγάλες δυσκολίες. Το θέμα της κατασκοπίας του Ιταλού Καϊβάνο πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις όταν ο γνωστός Γάλλος ακαδημαϊκός και συγγραφέας Jérôme Tharaud, ανταποκριτής τότε της παριζιάνικης εφημερίδας "Paris Soir", υιοθετώντας όλα τις ανυπόστατες φήμες που κυκλοφορούσαν έγραψε πολιτικό άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε στο ως άνω έντυπο περί των δαιμονιωδών κατασκοπευτικών μέσων των δυνάμεων του Άξονα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Καϊβάνο αποφάσισε να ταξιδέψει στην Ελλάδα για να ξεκαθαρίσει την υπόθεση. Αναχώρησε λοιπόν από την Κωνσταντινούπολη στις 5 Μαΐου του 1939 και μάλιστα κοινοποίησε σε τρία έντυπα την είδηση αυτή - διαψεύδοντας με αυτόν τον τρόπο αυτομάτως τις φήμες περί συλλήψεώς του και τουφεκισμού - φθάνοντας στον Πειραιά την επομένη (6 Μαΐου του 1939, ημέρα Σάββατο). Τη Δευτέρα, 8 Μαΐου του 1939, ο ίδιος προσπάθησε να αναγγείλει στις πρωινές αθηναϊκές εφημερίδες το πενταετές μνημόσυνο της συζύγου αλλά τα αθηναϊκά έντυπα αρνήθηκαν τη δημοσίευση της αναγγελίας! Για καλή του τύχη, ο Caivano βρήκε την υποστήριξη που επιζητούσε αρχικά στο προσωπικό του εν Πειραιεί τουρκικού προξενείου (σσ. το οποίο είχε την έδρα του δίπλα στην εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης) και του Γενικού Προξένου αυτού. Όλοι οι παραπάνω είχαν παρακολουθήσει από κοντά την πολυετή προσπάθεια ανέγερσης του ιερού ναού από τον Καϊβάνο και αναγνώριζαν την άδικη και συκοφαντική επίθεση που δεχόταν επί εβδομάδες ο ίδιος, πιθανολογώντας πως η δήθεν κατασκοπεία προερχόταν από την διατάραξη του ραδιοφώνου του Προξενείου. Στο πλευρό του Ιταλού "κατασκόπου" βρέθηκε και ο Μητροπολίτης Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρύσανθος (κατά κόσμον Χαρίλαος Φιλιππίδης, Γρατινή Ροδόπης, 1881 – Αθήνα, 28 Σεπτεμβρίου 1949) ο οποίος κοινοποίησε σχετική διάψευση η οποία δημοσιεύτηκε σε αρκετές αθηναϊκές εφημερίδες την 10η Μαΐου του 1939 και αναγγέλθηκε από το ραδιόφωνο Αθηνών.
Με αυτόν τον τρόπο έλαβε τέλος η οδυνηρή δοκιμασία και ο κοινωνικός στιγματισμός του "κατασκόπου" Βικέντιου Καϊβάνο (Vincenzo Caivano) με τον Μητροπολίτη Αθηνών και Πάσης Ελλάδος να πραγματοποιεί αυτοπροσώπως τρισάγιο στον ιερό ναό της Αγίας Αικατερίνης Πειραιάς, στις 29 Μαΐου του 1939, ημέρα της Εορτής του Αγίου Πνεύματος.
Ο ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης όπως καταγράφηκε μεταπολεμικά - πιθανότατα κατά τη δεκαετία του 1950:


Ιστορικό τεκμήριο / αναγγελία ετησίου αρχιερατικού μνημόσυνου του Βασιλείου Θ. Λεμπέση (αδελφού της Αικατερίνης) όπου καταγράφεται - έστω και ελαφρώς ανορθόγραφα - το ονοματεπώνυμο του Βικέντιου Καϊβάνο (ως "Βιτσέντος Καϊβάνος").
| Έτος 1957 |
Ο υπό εξέτασιν ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης όπως καταγράφηκε σε ένα γενικότερο φωτογραφικό κάδρο του λιμένα της Ζέας (Πασαλιμάνι) περί τα τέλη της δεκαετίας του 1950 (πιθανότατα κατά έτος 1958), όπισθεν των κτιρίων της περίφημης συνοικίας Τσίλλερ, προ της κατεδαφίσεως των κτιρίων που την απάρτιζαν.
Το πολυτελές φέρετρο με το ταριχευμένο σώμα της Αικατερίνης Καϊβάνο φέρεται να παρέμεινε στον υπόναο του Αγίου Βικεντίου μέχρι και τη δεκαετία του 1980 οπότε και απομακρύνθηκε για άγνωστους λόγους. Προσωπικές μαρτυρίες αναφέρουν πως τα τέκνα του ζεύγους Καϊβάνο επισκέπτονταν τον εν λόγω χώρο για αρκετά χρόνια, ιδίως την εποχή του ετησίου μνημόσυνου.
| Έτος 1960 |
Ο ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης όπως καταγράφηκε φωτογραφικά δια χειρός Γεωργίου Μπακούρου κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '60, σε ένα ευρύτερο κάδρο που περιλάμβανε συν τοις άλλοις τμήμα της πλατείας Αλεξάνδρας, τις οικίες Πατσιάδου και την οικία Τσίλλερ (υαλουργείο Τσίλλερ-Οριγώνη).

- Ο ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης κατά τον 21ο αιώνα
Ακολούθως, παρουσιάζονται ορισμένες ενδεικτικές φωτογραφικές καταγραφές του ιερού ναού της Αγίας Αικατερίνης από τις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα:
Μια εκ των δυο μαρμάρινων πλακών που βρίσκονται στον προθάλαμο του ιερού ναού με αναφορά "εις μνήμην Αικατερίνης Καϊβάνο τονδε τον ιερόν ναόν της Αγίας μεγαλομάρτυρος Αικατερίνης ο σύζυγος αυτής ανήγειρε":
Η έτερη μαρμάρινη επιγραφή με την αναφορά "Αικατερίνη Καϊβάνο, εσκόρπισεν έδωκεν τοις πένησιν, η δικαιοσύνη αυτής μένει εις τον αιώνα", συνοδεία της ημερομηνίας γέννησης ("εγεννήθη 1887") και θανάτου ("απεβίωσε 1934"):
Κατά το έτος 2018, με αφορμή τη συμπλήρωση 80 ετών από τα εγκαίνια του υπό εξέταση ιερού ναού, επί του εξωτερικού μαντρότοιχου τοποθετήθηκε σχετικό banner με φωτογραφίες από το παρελθόν αλλά και το παρόν της υπό εξέτασιν εκκλησίας της Αγίας Αικατερίνης:
Ο υπό εξέτασιν ιερός ναός της Αγίας Αικατερίνης όπως καταγράφηκε φωτογραφικά στις αρχές του έτους 2021:
Η εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης όπως καταγράφηκε φωτογραφικά κατά τη διάρκεια του θέρους του έτους 2021:
Κείμενο - Πηγές:
Το κείμενο είναι πρωτότυπο, προϊόν προσωπικής έρευνας.
Στοιχεία και πληροφορίες ελήφθησαν από τις κάτωθι πηγές:
- Λεύκωμα Πειραιώς 1958, Έκδοσις - Επιμέλεια Δ.Ι. Πανίτσα (εκ προσωπικού αρχείου)
- Μεγάλο Πειραϊκό Λεύκωμα, Χρήστου Πατραγά, Εκδόσεις Μυτιληναίος, Πειραιάς, 2004
- Εφημερίδα "Ακρόπολις" - Ψηφιακό Αρχείο Βιβλιοθήκης Βουλής των Ελλήνων
- Ημερήσιος Τύπος Εποχής
Φωτογραφίες:
- Όλες οι σύγχρονες φωτογραφίες του αφιερώματος ανήκουν στον γράφοντα το ιστολόγιο, διέπονται από κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας και προέρχονται από την προσωπική μου φωτογραφική σελίδα (ALL RIGHTS RESERVED).
- Απαγορεύεται ρητά η χρήση, προβολή, αντιγραφή ή/και αναδημοσίευση με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο.
- Όσοι παρανομούν διώκονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας.


![ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ [HDR]](https://live.staticflickr.com/65535/5643136707_223ed159d7_z.jpg)










Πολύ ενδιαφέρον έχει και ρεπορτάζ-άρθρο της εφημερίδας Η ΕΘΝΙΚΗ (25/11/1936)όπου αναφέρεται ότι ο Βικέντιος εδώρισε και το θεραπευτήριο των Φυλακών Συγγρού στη μνήμη της γυναίκας του:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://srv-web1.parliament.gr/display_doc.asp?item=42033&seg=
(μετάβαση σε σελίδα 327)
spatholouro
Εκεί βαφτηστηκα και είμαι απόλυτα δεμένη και έχω τάμα όταν παντρευτώ και όταν κάνω παιδιά να παντρευτώ εκεί και να βαφτίσω τα παιδιά μου εκει
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό αφιέρωμα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια. Εκκλησιαζομουν στα εφηβικά μου χρόνια εκεί και κατέβαινα μόνη μου στο υπόγειο με το φέρετρο Νόμιζα ότι ήταν ρομαντικός μύθος όλα όσα τεκμηριωνετε. Σας ευχαριστούμε για την πολύ καλή δουλειά που κάνετε αποκαλυπτοντας τον Πειραιά μας
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην έχω ακούσει την ιστορία.πρεπει να είναι στην Αίγινα η σωρός. Θυμάμαι ότι το έλεγε ο θείος αι μάλιστα είχε αναφέρει ότι στο μοναστήρι που εχουν αφησει τη σωρό πάνε κάθε χρόνο και βοηθάνε τις καλόγριες που έχουν μείνει ελάχιστες και πολύ μεγάλες. Όλα αυτά πριν περίπου τριαντα με τριανταπεντε χρόνια. Μήπως πρέπει να κάνουμε κάτι να αποκαλυφθεί το μυστήριο???
ΑπάντησηΔιαγραφήΘαυμάσια δουλειά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλές και άγνωστες λεπτομέρειες.
Συγχαρητήρια.